Θεωρητική προσέγγιση,
του Άγγελου Γουνόπουλου
Η σύγκληση της νεολαίας -και κυρίως του τμήματος εκείνου που έχει την οικονομική άνεση να διαθέτει ελεύθερο χρόνο- με μία ναρκισσιστική συμπεριφορά είναι σήμερα προφανής. Η έξαρση της επιθυμίας για έκφραση και η ψευδαίσθηση της αυτονομίας ως εφικτών και απόλυτων δυνατοτήτων, οι οποίες πλέον δεν διεκδικούν από το κυρίαρχο σύστημα, αλλά αποτελούν απαιτήσεις του ίδιου του συστήματος, καθώς εγκαλεί τους ανθρώπους σε "χειραφέτηση" και "ανεξαρτησία", κατακλύζουν το σύνολο όλου του ιδεολογικοπολιτικού νεολαιίστικου φάσματος από τα πολύ "αριστερά", ακόμα και αναρχικά, έως πολύ δεξιά, κατοικώντας σε όλες τις ενδιάμεσες αποχρώσεις της ιδεολογίας και κυρίως, υποτίθεται, εκτός της. Πού οφείλεται αυτή η έξαρση της επιθυμίας που με τις σημερινές δυνατότητες μεταφράζεται σε έναν ακραίο αυτοαναφορικό ατομικισμό και μία ακραία τάση για κατανάλωση σχέσεων, εικόνων, εμπειριών και δευτερευόντως, πλέον, υλικών προϊόντων;
Η διάλυση των συλλογικών αναφορών και ταυτοτήτων.
"Κάθε άτομο, αν το πάρουμε μεμονωμένο, συμμετέχει σε πολλές ψυχές των όχλων, ψυχή της φυλής του, της τάξης του, της θρησκευτικής του κοινότητας, του κράτους του και μπορεί επιπλέον να αποκτήσει ένα μερίδιο αυτονομίας και πρωτοτυπίας". Το μερίδιο αυτής της αυτονομίας ή ελευθερίας παραμένει μερίδιο, αφού υπάρχουμε μέσα σε σχέσεις και σε σημαντικό βαθμό καθοριζόμαστε και τις καθορίζουμε. Έτσι, υπάρχουμε μόνο ως κοινωνικά άτομα και ποτέ έξω από την κοινότητα με την οποία θεωρούμε ψευδώς ότι βρισκόμαστε άλλοτε σε σύμπλευση και άλλοτε σε αντιπαράθεση, κάτι που θα επέτρεπε - αν αυτό συνέβαινε - και την απόλυτη αυτονόμηση μας, άρα και την αμιγή αυτοεξουσίαση μας. Μία αυτοεξουσία, όμως, χωρίς πραγματική υπόσταση, καθώς την ίδια στιγμή που επιζητούμε τη δράση και την έκφραση ή ακόμα και την επιβίωση, πάλι σε κοινωνικές σχέσεις εμπλεκόμαστε και άρα σε σχεσιακούς περιορισμούς. Η έννοια της αυτονομίας, πλέον, μένει ως ευχή, ένας ευσεβής ανεκπλήρωτος πόθος, που εξαιτίας της ψευδαίσθησής της μας απαγορεύει να γευτούμε την ουσιαστική ελευθερία, που είναι η αποδοχή των ορίων που οι σχέσεις και η συνύπαρξη / συλλογικότητα / κοινωνικότητα θέτουν.
Η έξαρση της επιθυμίας και της έκφρασης ως δυνατότητας στο σημερινό κόσμο αποτελεί διεκδίκηση τόσο των φιλελεύθερων όσο και των αναρχικών, των αριστερών όσο και των δεξιών. Η δυνατότητα για κατανάλωση σχέσεων, συναισθημάτων, προϊόντων, τέχνης και ιδεών, δομεί την επιθυμία για την απόλαυση τους. Μέτοχοι σε αυτό το «τσιμπούσι» γίνονται όλοι, όχι μόνο επειδή οικονομικά ή θεσμικά μπορούν, αλλά κυρίως γιατί ο καπιταλιστικός νεοφιλελεύθερος κόσμος του πλουραλισμού και του δικού του «πολυπολιτισμού», τους εγκαλεί να συμμετάσχουν σε αυτό το "πλούσιο γεύμα". Η ευκαιρία το πρωί να ξυπνήσεις με κάποιο σύντροφο και το βράδυ με κάποιον άλλο, να διαβάσεις μαρξισμό σε μία ξαπλώστρα στη Μύκονο από περιοδικό life style, να επισκεφτείς στη σειρά το γυμναστή, τον καθοδηγητή γιόγκα και τον κοντινό σου πολυσινεμά, συγκροτώντας την προσωπική ταυτότητα από ένα σύνολο μικροταυτοτήτων είναι η σημερινή κατάσταση. (Είμαι ροκάς, που πιστεύει στο Χριστό, κάνοντας γιόγκα και διαβάζοντας Κοράνι, φορώντας μπλουζάκι Τσε, ψηφίζοντας Καραμανλή και πίνοντας μόνο amstel, ζώντας την κάθε μου στιγμή!)
H διάλυση της ισχυρής συλλογικής ταυτότητας δημιουργεί την ανάγκη ανάπτυξης της ενασχόλησης με τον εαυτό και τη συγκρότηση μίας ατομικής ταυτότητας που για να δομηθεί στο σχετικιστικό, δήθεν μεταμοντέρνο, κόσμο θα πρέπει να αναζητηθούν επιμέρους δευτερεύοντα στοιχεία από όλο το φάσμα δυνατοτήτων από το οποίο ουσιαστικά επιλέγουμε μικρές ιδιότητες για τη σύνθεση της προσωπικής μικροταυτότητας, και μοναδικότητας μας.
Το παιδί αναγνωρίζοντας την οντότητα του αλλά και το δικαίωμα των άλλων στην αυτονομία μέσα στους κοινωνικούς περιορισμούς της συνύπαρξης, κοινωνικοποιείται και δομεί κοινωνία, από την οποία πρωτίστως προέρχεται. Υπό την έννοια αυτή, η αυτοπραγμάτωση μας επιτυγχάνεται μέσα σε ενοποιημένα σύνολα που αναγνωρίζουν τον εαυτό τους, άρα και την κοινωνική δημιουργία τους, ως δική τους υπόθεση, μέσα στην οποία ορίζεται και αναδεικνύεται η ατομικότητα και η ελευθερία τους. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε είναι αυτονόητο πως η διάλυση κάθε ισχυρής ταυτότητας, έχει σαν αποτέλεσμα τη διάλυση της ατομικότητας και της αυτονομίας, ακόμα και της ελευθερίας μας. Στο σημερινό παγκοσμιοποιημένο κόσμο οι ισχυρές ταυτότητες διαλύονται μπροστά στη δόμηση του "μοναχικού πλήθους" που διέρχεται μέσα από ένα καταναλωτικό πρότυπο τις μικροκοινότητες της μουσικής, της διαλυμένης ιδεολογίας, της γεύσης και του θεάματος, τις οποίες εύκολα βαριέται και αλλάζει χαμένο στην ταυτότητα του τίποτα. Σήμερα ο νέος δεν χωράει πουθενά όχι γιατί θέλει να σπάσει τα όρια που τον πνίγουν αλλά γιατί δεν μπορεί να τα αναγνωρίσει.
Το υπερκαταναλωτικό πρότυπο του δυτικού ανθρώπου που κατακλύζει τα όνειρα μας που οραματίζεται ένα ακόμα πιο πολύπλοκο και δυνατολογικό μέλλον, έρχεται σε επαφή με το όνειρο για τάξη και ασφάλεια που οι σημερινές ταχύτητες και ιδεολογικές προτάσεις δεν φαίνεται να κομίζουν. Ο πολυπολιτισμός που φτιάχνεται με νεοφιλελεύθερη μαγιά στην εποχή της άπειρης δυνατότητας και της ψευδαίσθησης της αυτονομίας χωρίς όρια δεν φαντάζει να έχει καμία σχέση με τον πολυπολιτισμό του πεπερασμένου κόσμου, των περιβαλλοντικών και κοινωνικών ορίων του αληθινού κόσμου. Σήμερα ο πολυπολιτισμός είναι περισσότερο μια μη ταυτότητα, παρά μια ταυτότητα υπό την έννοια της άρσης κάθε ισχυρού αυτοπροσδιορισμού και χαρακτηρίζει πολλούς ανθρώπους, αλλά οπωσδήποτε το σύνολο των νέων ελίτ (όχι μόνο τις οικονομικές ελίτ). Και εδώ η ταξική ή ακόμα περισσότερο η εθνική συνείδηση δεν έχουν ιδιαίτερη θέση, καθώς "[...] ο πολυ ? πολιτισμός, τους ταιριάζει απόλυτα, γιατί συνδυάζει την εικόνα ενός παγκόσμιου παζαριού στο οποίο οι εξωτικές κουζίνες, τα εξωτικά στυλ ντυσίματος, η εξωτική μουσική, τα εξωτικά φυλετικά ήθη μπορούν να καταβροχθισθούν αδιακρίτως, χωρίς να χρειάζεται να ρωτηθούν κάποιοι και χωρίς καμία υποχρέωση". Οι νέες ελίτ, οι νέοι επιχειρηματίες, δίνουν το όνειρο στη νεολαία που επιζητά το σερφάρισμα στο διαδίκτυο, στις ανθρώπινες σχέσεις, στις γεύσεις και στο θέαμα. Η φετιχοποίηση του εμπορεύματος δομεί μία και μόνη αξία, αυτή της κατανάλωσης, όπου τα πάντα ξοδεύονται και μάλιστα με ταχύτατους ρυθμούς. Το μόνο που αλλάζει είναι το στυλ, η αισθητική επιλογή. Άλλοι ακούν Βίσσυ και Βανδή και είναι νεοδημοκρατοπασόκοι και "απολιτίκ" και άλλοι Manu Chau και Nick Cave και είναι αναρχοαυτόνομοι και αριστεροί κινηματίες κατά της παγκοσμιοποίησης. Οι μεν βλέπουν hollywood και οι δε ανεξάρτητο κινηματογράφο. Όλοι μαζί όμως εκστασιάζονται από το μηδενισμό του Ταραντίνο, του old Boy και του Sin City.
....η συνέχεια ΕΔΩ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου