«Εξετάζουμε -και μάλιστα ήδη υπάρχει μια επιτροπή- την κατάργηση της ρίψης δακρυγόνων και χημικών, είναι μια υπόθεση η οποία πρέπει να τελειώνει, η οποία βλάπτει τη δημόσια υγεία, καταστρέφει το περιβάλλον των πόλεων και σε μια πόλη όπως η Αθήνα κυρίως που στερείται πια δισεκατομμύρια κυβικών οξυγόνων λόγω της καταστροφής των δασών, αντιλαμβάνεστε, η κατάσταση είναι ακόμα χειρότερη. Θα καταργήσουμε λοιπόν τα δακρυγόνα».
Άρθρο των Κάτια Αντωνιάδη και Λιάνα Σπυροπούλου για την εφημερίδα «Ελευθεροτυπία»
Αυτά μας έταζε ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη μόλις δύο μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του -επηρεασμένος, ίσως, και από την εικόνα που παρουσίαζε πέρυσι ο προϊστάμενός του, Γιώργος Παπανδρέου, έπειτα από «ψεκασμό» δακρυγόνων στο λιμάνι του Πειραιά. Ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και σημερινός πρωθυπουργός έκλαιγε απ' τα χημικά όταν οι δυνάμεις των ΜΑΤ τον... καλωσόρισαν στο σημείο όπου πήγε για να συναντηθεί με τους Κρήτες αγρότες. Τότε έσπευσε και ο ίδιος να καταδικάσει το γεγονός, σήμερα ωστόσο ξεχνάει -καταπώς φαίνεται- αυτά τα δάκρυα, ανεχόμενος να ψεκάζονται ιστορικά στελέχη της Αριστεράς σαν να είναι κουνούπια.
Πάντως, η εικόνα του αστυνομικού που στρέφεται με τα χημικά κατά του ενοχλητικού κολεόπτερου-διαδηλωτή σε κάθε είδους διαδήλωση είναι σχεδόν καθημερινή. Κάθε που ξεμυτίζει η κεφαλή κάποιας πορείας, τα ΜΑΤ κάνουν γκράντε εμφάνιση παρέα με τις φυσούνες και τους ψεκαστήρες τους. Και κανείς δεν μένει παραπονεμένος, όλοι παίρνουν το μερίδιό τους στην καταστολή: ξύλο οι συνταξιούχοι, χημικά οι αγρότες, δακρυγόνα οι φοιτητές, κλοτσιές οι μετανάστες και «φλιταρίσματα» οι εκπαιδευτικοί.
Τι είναι, όμως, αυτά τα «μέσα»; Στις διεθνείς συμβάσεις υπάρχουν ρητές διατάξεις (Πρωτόκολλο της Γενεύης 1925, Απόφαση του ΟΗΕ 2603/16-12-1969, Σύμβαση του Παρισιού 1993) που απαγορεύουν τη χρήση τους εν καιρώ πολέμου. Το ερώτημα είναι σε ποια νομική ή λογική βάση το χημικό όπλο που απαγορεύεται μεταξύ εμπόλεμων κρατών, όπου ο κίνδυνος είναι εντονότερος για την κρατική υπόσταση, είναι δυνατόν να επιτρέπεται για την αντιμετώπιση «κινδύνων» στο εσωτερικό ενός κράτους, όπως οι ειρηνικές διαδηλώσεις πολιτών, εργαζομένων, συνταξιούχων, μαθητών.
Αυτό που χρησιμοποιείται κατά κόρον από τα όργανα της τάξης παγκοσμίως είναι το CS. Μια ουσία που, σύμφωνα με διεθνούς κύρους πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα, μπορεί να προκαλέσει από φλεγμονή μέχρι βλάβες στα νεφρά και καρκινογενέσεις. Έχει κριθεί κατ' επανάληψη επικίνδυνη για τη δημόσια υγεία από τους επιστήμονες, αλλά δεν έχει διαβαθμιστεί ως τέτοια ούτε από την Κομισιόν ούτε από το Γενικό Χημείο του Κράτους. Ίσως γι' αυτό να χρησιμοποιείται τόσο πολύ από την Ελληνική Αστυνομία...
Από Βρετανούς
Το CS (Orthochlorobenzalmalononitrile) δημιουργήθηκε από τους Βρετανούς Κόρσον και Στόκτον τον Μάιο του 1928. Η παραγωγή του ως χημικού όπλου ξεκίνησε τη δεκαετία του '50 στην εταιρεία Chemical Defence Experimental Establishment στο Πόρτον της Αγγλίας. Η πρώτη εφαρμογή έγινε από τα βρετανικά στρατεύματα στην Κύπρο το 1961.
Σύμφωνα με το εγχειρίδιο χημείας του γερμανικού στρατού, οι άμεσες συνέπειες της χρήσης του έχουν ως εξής: «Προκαλεί έντονο ερεθισμό στα μάτια και τα ανώτερα αναπνευστικά όργανα. Μέσα σε δευτερόλεπτα δημιουργείται έντονο κάψιμο, πόνος και φλεγμονή. Συνήθως η επίδραση στις αναπνευστικές οδούς οδηγεί σε ανικανότητα αντίδρασης. Όταν η δηλητηρίαση είναι πιο έντονη, τότε προκαλείται πανικός, ο οποίος επιτείνει τα συμπτώματα και το άτομο δεν είναι ικανό ούτε να εισπνεύσει ούτε να εκπνεύσει. Η έκθεση του ατόμου σε υψηλές συγκεντρώσεις CS προκαλεί ερύθημα και φουσκάλες».
Σε ζώα
Χρησιμοποιήθηκε αρχικά μυστικά σε ζώα και μετά βγήκε στην «παραγωγή» στη δεκαετία του '50, ενώ από τη δεκαετία του '60 με αρχή τον πόλεμο του Βιετνάμ χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη κατά του «εσωτερικού εχθρού».
Στο Βιετνάμ ρίχτηκαν τόνοι αυτού του χημικού για να αναγκάσουν τους Βιετκόνγκ να βγουν από τα λαγούμια, όπου λόγω αυτού πέθαναν πάρα πολλοί, μεταξύ αυτών και Αμερικανοί. Οσον αφορά τη «φυσούνα», ο πρώτος θάνατος που προκάλεσε ήταν αυτός του 29χρονου Ιμπραΐμ Σέι στη Βρετανία τον Μάρτιο του 1996.
Πιο αναλυτική για τις μακροχρόνιες συνέπειες του CS είναι η περιγραφή του Εθνικού Ινστιτούτου Ερευνας και Ασφάλειας της Γαλλίας: «Ερεθισμός του δέρματος, των οφθαλμών και της αναπνευστικής οδού, πεπτικές διαταραχές, πονοκέφαλος, πιθανή αλλεργική αντίδραση, δερματικά εγκαύματα. Σε περίπτωση χρόνιας τοξικότητας αναφέρονται: καρκινογόνο, έλκη στο δέρμα και στο ρινικό διάφραγμα, νεφρικές βλάβες (κατόπιν κατάποσης)».
http://tvxs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου